Μπουρλά: Σε συνομιλίες με 90 χώρες η Pfizer για το χάπι
Mπορεί να αλλάξει τους «όρους του παιχνιδιού»
Από το NEWSROOM
Δημοσίευση 6/11/2021 | 09:33
Η φαρμακοβιομηχανία Pfizer βρίσκεται σε συνομιλίες με 90 χώρες για συμβάσεις προμηθειών για το πειραματικό της χάπι κατά της Covid-19, το οποίο φαίνεται να μειώνει κατά 89% τον κίνδυνο νοσηλείας ή θανάτου σε ασθενείς που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο σοβαρής νόσησης. Αυτό δήλωσε σε συνέντευξη ο πρόεδρος και γενικός της διευθυντής της εταιρείας, Άλμπερτ Μπουρλά.
Ο κ. Μπουρλά πρόσθεσε σύμφωνα με το Reuters ότι η Pfizer αναμένει να τιμολογήσει το φάρμακό της, που ονομάζεται Paxlovid, κοντά στην τιμή που η Merck & Co Inc όρισε για το υποψήφιο αντιιικό της φάρμακο κατά της Covid-19, το οποίο λαμβάνεται από το στόμα.
Η συμβατική τιμή για το χάπι της μολνοπιραβίρης της Merck κυμαίνεται στα 700 δολάρια για πενθήμερη θεραπευτική αγωγή.
Mπορεί να αλλάξει τους «όρους του παιχνιδιού»
Νωρίτερα, ο Άλμπερτ Μπουρλά -αναφερόμενος στο χάπι της Pfizer- έκανε λόγο για «εκπληκτικά νέα», τα οποία «εφόσον δοθεί η έγκριση από τις αρμόδιες αρχές, θα μπορούσαν να αλλάξουν του όρους του “παιχνιδιού”».
Πρόκειται για εξέλιξη που, όπως λέει ο κ. Μπουρλά, «μπορεί να διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στην αλλαγή πορείας της πανδημίας, σώζοντας ζωές, μειώνοντας την σοβαρότητα των μολύνσεων από Covid και εξαλείφοντας ακόμη και 9 στις 10 νοσηλείες».
Σημειώνεται ότι, όπως ο ίδιος είπε σε συνέντευξή του στο CNBC, η Pfizer πρόκειται να καταθέσει τα στοιχεία της έρευνας στον FDA, προκειμένου να λάβει έγκριση, πριν από τις 25 Νοεμβρίου, δηλαδή τη φετινή Ημέρα των Ευχαριστιών στις ΗΠΑ.
Υπενθυμίζεται ότι την Παρασκευή η Pfizer δημοσίευσε στοιχεία για το πειραματικό της χάπι κατά της Covid-19, το οποίο πιθανόν να αποτελέσει πρόκληση για τη μολνοπιραβίρη, το φάρμακο της Merck, το οποίο έχει ήδη λάβει έγκριση στη Βρετανία.
Παρόλο που το χάπι της Pfizer έδειξε να μειώνει κατά 89% τη νοσηλεία ή τον θάνατο από Covid-19 σε ασθενείς που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου, ενώ στην περίπτωση εκείνου της Merck το αντίστοιχο ποσοστό ήταν στο 50%, «δεν μπορούμε ακόμη να συγκρίνουμε τα δύο φάρμακα μέχρι να γίνει πιο σαφές το προφίλ κινδύνου των ασθενών», σύμφωνα με τον αναλυτή του Bloomberg Σαμ Φαζέλι.