Το νέο αντιβιοτικό που ξεγελά τα μικρόβια
Για υτό και το χαρακτηρίζουν ως «δούρειο ίππο»
Ένα νέο αντιβιοτικό δοκιμάζουν οι Αμερικανοί επιστήμονες και τα αποτελέσματα δείχνουν ότι μπορεί να γίνει ένα σημαντικό όπλο κατά των παθογόνων μικροοργανισμών. Το νέο αυτό φάρμακο ξεγελά τα μικρόβια ώστε να το δεχθούν στο εσωτερικό τους και καταφέρνει να τα καταστρέψει εκ των έσω. Γι’ αυτί και έχει χαρακτηριστεί ως «δούρειος ίππος».
Οι δοκιμές των επιστημόνων έγιναν σε περίπου 450 ανθρώπους, οι οποίοι είχαν σοβαρή πάθηση, είτε στα νεφρά, είτε ουρολοίμωξη από βακτήρια (E.coli, Κλεμπσιέλλα κ.α.) και έδειξαν ότι το φάρμακο που ανέπτυξε η εταιρεία Shionogi Inc. και το ονόμασε cefiderocol, είναι τουλάχιστον το ίδιο αποτελεσματικό με τις θεραπείες που υπάρχουν ήδη.
Λόγω της αντίδρασης του ανοσοποιητικού συστήματος, όταν ο οργανισμός παθαίνει μια λοίμωξη τότε έχει έλλειψη σιδήρου. Τα βακτήρια λοιπόν αναζητούν περισσότερο σίδηρο. Και ο «δούρειος ίππος», δηλαδή το νέο αντιβιοτικό, εκμεταλλεύεται αυτό ακριβώς. Γίνεται ένα με το σίδηρο που υπάρχει στο σώμα και όταν τα μικρόβια χαλαρώνουν την αμυντική τους λειτουργία ώστε να προσλάβουν το σίδηρο, εισάγουν ταυτόχρονα και το αντιβιοτικό στον οργανισμό τους.
Οι δοκιμές, με επικεφαλής τον δρα Σάιμον Πόρτσμουθ της Shionogi, που παρουσιάσθηκαν στο ιατρικό περιοδικό Lancet Infectious Diseases, σύμφωνα με το BBC και τη βρετανική Independent και όπως αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, δείχνουν ότι το αντιβιοτικό είναι ασφαλές και καλά ανεκτό από τους ανθρώπους.
Οι γιατροί αναζητούν εναγωνίως νέου τύπου αντιβιοτικά, καθώς αυξάνεται η αντίσταση των μικροβίων στα υπάρχοντα φάρμακα. Υπάρχουν ανησυχητικές εκτιμήσεις ότι έως το 2050 δέκα εκατομμύρια άνθρωποι θα πεθαίνουν κάθε χρόνο στην Ευρώπη εξαιτίας λοιμώξεων ανθεκτικών στα αντιβιοτικά, έναντι 25.000 σήμερα.
Το νέο αντιβιοτικό θα πρέπει να δοκιμασθεί σε μεγαλύτερες κλινικές δοκιμές για να επιβεβαιωθεί η αποτελεσματικότητά του. Ήδη έχουν ξεκινήσει δοκιμές σε ασθενείς με πνευμονία και άλλες λοιμώξεις ανθεκτικές στα πιο ισχυρά αντιβιοτικά (Carbapenems).