Η ελληνική ταινία που η Μαρίκα Κρεβατά έπαιζε με τον πρώην και τον νυν άντρα της, της κόρη της και το γαμπρό της!
Η ελληνική ταινία που συνδύαζε την οικογενειακή συνεργασία και την κοινωνική κωμωδία
Το 1962, η ελληνική κινηματογραφία παρουσίασε μια από τις πιο ασυνήθιστες και «προχωρημένες» οικογενειακές συνεργασίες στην ιστορία της, με τη συμμετοχή ενός καστ ηθοποιών που στην πραγματικότητα ήταν όλοι μέλη της ίδιας οικογένειας.
Η κωμωδία “Εταιρία Θαυμάτων” του Δημήτρη Ψαθά, σε διασκευή και σκηνοθεσία του Στέφανου Στρατηγού, συγκέντρωσε μια ομάδα που δεν είχε μόνο καλλιτεχνική χημεία, αλλά και οικογενειακή σύνδεση, κάτι που την έκανε ακόμα πιο μοναδική για την εποχή.
Η Γκέλυ Μαυροπούλου, μια από τις πιο όμορφες και ταλαντούχες ηθοποιούς της εποχής, υποδυόταν τη Μίνα, μια νεαρή γυναίκα που εμπλέκεται σε μια απάτη με σκοπό την κατάκτηση ενός πλούσιου βοσκοτόπιου. Στην ταινία, την μητέρα της Μίνας, την υποδύεται η πραγματική της μητέρα, η καταξιωμένη ηθοποιός Μαρίκα Κρεβατά. Η ίδια η Μαρίκα Κρεβατά, εκτός από την υποκριτική της ερμηνεία, έδινε στην ταινία και μια πιο προσωπική διάσταση, αφού ήταν παντρεμένη με τον Άγγελο Μαυρόπουλο, ο οποίος υποδυόταν τον παπά Κοσμά στην ταινία.
Αλλά η οικογενειακή σύνθεση δεν σταματάει εκεί. Η Γκέλυ Μαυροπούλου, πέρα από τη συμμετοχή της στη ταινία, ήταν παντρεμένη με τον Στέφανο Στρατηγό, ο οποίος όχι μόνο ήταν σύζυγός της, αλλά και αστυνόμος στην ταινία, ο οποίος ξεσκεπάζει την απατηλή «Εταιρία Θαυμάτων». Επιπλέον, ένας άλλος ηθοποιός που συμμετείχε στην ταινία ήταν ο Γιώργος Γαβριηλίδης, ο οποίος ήταν ο δεύτερος σύζυγος της Μαρίκας Κρεβατά στην πραγματική ζωή, υποδυόμενος τον απατεώνα μίστερ Τζων.
Αυτή η «οικογενειακή» σύμπραξη στην οθόνη φέρνει μια ενδιαφέρουσα διάσταση στην ταινία, κάνοντάς την όχι μόνο καλλιτεχνικά ενδιαφέρουσα, αλλά και εξαιρετικά πρωτότυπη για τα δεδομένα της εποχής.
Η πλοκή της ταινίας
Η υπόθεση της ταινίας περιστρέφεται γύρω από μια δήθεν φιλανθρωπική οργάνωση που ιδρύει ο μίστερ Τζων, ένας ελληνοβρετανός επιχειρηματίας με σκοπό να εξαπατήσει τους αφελείς χωρικούς. Χρησιμοποιώντας έναν επινοημένο άγιο, τον «Άγιο Βαλάντιο», και τον ιεροκήρυκα Κοσμά, καταφέρνει να πείσει τους πιστούς για ένα θαύμα, ώστε να καταφέρει να πάρει στα χέρια του ένα πλούσιο βοσκοτόπι. Ωστόσο, η εμπλοκή της όμορφης Μίνας και του Ιλάριου, ενός θεοσεβούμενου χωρικού, θα φέρει στην επιφάνεια τις απάτες και τις κατεργαριές όλων των εμπλεκομένων.
Η ιστορία είναι γεμάτη κωμικά στοιχεία, ανατροπές και συγκρούσεις χαρακτήρων, και με έναν δραματικό τρόπο, το «θαύμα» του Αγίου Βαλαντίου και οι παράλογες καταστάσεις που δημιουργούνται αναδεικνύουν την αφέλεια των ανθρώπων, την πίστη και τα πάθη τους.
Η “Εταιρία Θαυμάτων” δεν ήταν απλώς μια κωμωδία. Είχε και μια πιο βαθιά κοινωνική διάσταση, καθώς ασχολούνταν με την πίστη, την εκμετάλλευση των αφελών και την ανικανότητα του κράτους να προστατεύσει τους αδύναμους. Η σκηνοθετική προσέγγιση του Στέφανου Στρατηγού, που είχε ήδη ένα σημαντικό όνομα στην ελληνική κινηματογραφία, κατάφερε να ενσωματώσει τα κοινωνικά ζητήματα της εποχής μέσα από το πρίσμα της κωμωδίας, κάνοντάς τα να φαίνονται αστεία, αλλά και θλιβερά ταυτόχρονα.
Μια οικογένεια ...προχωρημένη
Για το 1962 και τα ήθη της εποχής, η εικόνα μιας οικογένειας που συνεργάζεται καλλιτεχνικά με τόσο κοντινές προσωπικές σχέσεις φαινόταν αρκετά «προχωρημένη». Όμως, αυτή η οικογενειακή συνεργασία έδειξε ότι η ζωή συνεχίζεται με δημιουργικότητα και ότι οι ανθρώπινες σχέσεις, αν και περίπλοκες, μπορούν να αναδειχθούν μέσα από την τέχνη με έναν υγιή και δυναμικό τρόπο.
Η ταινία επίσης πρωταγωνιστεί με άλλους σπουδαίους ηθοποιούς της εποχής, όπως ο Παντελής Ζερβός και ο Βύρων Πάλλης, ενώ η παραγωγή ήταν του Τζέιμς Πάρις και η μουσική του Μίμη Πλέσσα, προσφέροντας έναν ακόμα σημαντικό λόγο για να γίνει η ταινία αυτή μια αγαπημένη στιγμή του ελληνικού κινηματογράφου.