Μετά από χρόνια στη φυλακή, απογοήτευση και αδιέξοδα άνοιξε μπαρ στον Αρκτικό Κύκλο
Υπάρχουν άνθρωποι που, για να ξαναβρούν τον εαυτό τους, χρειάζονται απλώς μια αλλαγή δουλειάς...

Γράφει ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Κάποιοι για να κάνουν restart στη ζωή τους πρέπει να αλλάξουν δουλειά. Ο Ρόμπερτ Ε. Γιάρμπερ, όμως, χρειαζόταν κάτι πιο ριζικό: να αφήσει πίσω του ολόκληρη την ήπειρο όπου γεννήθηκε.
Μετά από χρόνια στη φυλακή, απογοήτευση και αδιέξοδα, ο Αμερικανός αποφάσισε να κάνει μια τολμηρή επανεκκίνηση στη ζωή του – και τη βρήκε εκεί που κανείς δεν θα φανταζόταν: σε ένα μπαρ πάνω από τον Αρκτικό Κύκλο.
Η ιστορία του μοιάζει με σενάριο ταινίας. Πρώην κρατούμενος, με χαμένα όνειρα και μια διαδρομή γεμάτη λάθη, ο Γιάρμπερ ταξίδεψε σε 44 χώρες αναζητώντας ένα νέο ξεκίνημα. Τελικά, κατέληξε στο Τρόμσο της Νορβηγίας — την πόλη του βόρειου σέλαος, των παγωμένων θαλασσών και των ατελείωτων νυχτών. Εκεί, ανάμεσα στους ντόπιους που τον αγκάλιασαν, βρήκε τη γαλήνη και την αποδοχή που δεν ένιωσε ποτέ στην Αμερική.
«Υπάρχει τόση αγάπη εδώ», λέει στο CNBC. «Η Νορβηγία είναι το σπίτι μου. Όταν επιστρέφω στις Ηνωμένες Πολιτείες, νιώθω σαν ψάρι έξω από το νερό». Πλέον εργάζεται ως μπάρμαν και διευθυντής σε ένα τοπικό μπαρ, κερδίζοντας γύρω στα 46.000 δολάρια τον χρόνο – αλλά τα χρήματα είναι το λιγότερο. Για εκείνον, η πραγματική ανταμοιβή είναι η ηρεμία.
Η διαδρομή μέχρι εκεί δεν ήταν εύκολη. Ο Γιάρμπερ είχε κάποτε φιλοδοξίες για αθλητική καριέρα, όμως δύο τραυματισμοί στα γόνατα τον άφησαν εκτός παιχνιδιού. Το 2006, ένας καβγάς με φίλο του κατέληξε σε βίαιο επεισόδιο και τετραετή φυλάκιση στο Όρεγκον. Όταν βγήκε, προσπάθησε να σταθεί ξανά στα πόδια του, αλλά η κοινωνία δεν του έδωσε δεύτερη ευκαιρία. Μπλέχτηκε ξανά σε παράνομες δραστηριότητες, πέρασε άλλους 14 μήνες πίσω από τα κάγκελα και αποφάσισε πως αυτή θα ήταν η τελευταία φορά.
Το 2014 αποφυλακίστηκε οριστικά. Δούλεψε για λίγο στην Αλάσκα, χωρίς να νιώσει ευτυχισμένος, και τότε γεννήθηκε η ιδέα: να φύγει για την Ευρώπη. Στο Havblikk Hotel Bar, στο Τρόμσνταλεν, βρήκε τη νέα του ταυτότητα. Ζει με απλότητα, μακριά από τα φώτα και τις φωνές του παρελθόντος. «Έμαθα να αγαπώ την ησυχία, τη ρουτίνα, τους ανθρώπους που σε δέχονται όπως είσαι», λέει.
Σήμερα, δηλώνει περήφανα: «Είμαι Βίκινγκ». Όχι γιατί κατάγεται από τη Σκανδιναβία, αλλά γιατί – όπως εκείνοι – βγήκε στη θάλασσα της ζωής, πάλεψε με τις φουρτούνες του και βρήκε τελικά τον δικό του βόρειο παράδεισο.