«Με βασάνιζαν επτά φορές τη μέρα για 20 λεπτά»: Ισραηλινός όμηρος περιγράφει τη φρίκη που έζησε δύο χρόνια στη Γάζα
«Μου έβαλαν πέτρες στα αφτιά και μου έκλεισαν τα μάτια για εβδομάδες» λέει ο 21χρονος Ρομ Μπρασλάβσκι που βίωσε ακραία ψυχολογική και σωματική κακοποίηση

Δημοσίευση 8/11/2025 | 11:32
Αποτροπιασμό προκαλούν οι λεπτομέρειες που αποκαλύπτει για τις συνθήκες της ομηρίας του ένας Ισραηλινός άνδρας, ο οποίος απήχθη κατά την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου 2023 και κρατήθηκε αιχμάλωτος στη Γάζα για 738 μέρες.
Ο 21χρονος Ρομ Μπρασλάβσκι, αφέθηκε ελεύθερος τον περασμένο μήνα στο πλαίσιο της συμφωνίας εκεχειρίας που υπεγράφη μεταξύ Χαμάς και Ισραήλ, με τη μεσολάβηση των ΗΠΑ.
Νωρίτερα αυτήν την εβδομάδα, αποσπάσματα από τηλεοπτική συνέντευξη που παραχώρησε ο Μπρασλάβσκι στην ισραηλινή εκπομπή Hazinor προκάλεσαν αίσθηση, αφού σε αυτά ο νεαρός χαρακτήριζε τους Παλαιστίνιους βασανιστές του «χειρότερους και από τον Χίτλερ», ως προς τη σαδιστική τους συμπεριφορά. Ο 21χρονος αποκάλυψε ότι, κατά τη διάρκεια της ομηρίας του, υπέστη ακραία ψυχολογική και σωματική κακοποίηση, που περιλάμβανε σεξουαλική βία, ξυλοδαρμούς με καμτσίκι και εκβιασμούς για να αλλαξοπιστήσει.
Μετά τη μετάδοση ολόκληρης της εκπομπής του καναλιού Channel 13 το βράδυ της Πέμπτης, περισσότερες λεπτομέρειες έρχονται στο φως για όσα έζησε ο 21χρονος άνδρας, και το πώς έφτασε στο σημείο να ζητά από τους βασανιστές του να τον αφήσουν να πεθάνει, για να γλιτώσει από το μαρτύριο.
Τον βασάνιζαν 7 φορές τη μέρα από 20 λεπτά
Η φωνή του Μπρασλάβσκι έτρεμε καθώς περιέγραφε στη συνέντευξή του πώς οι Παλαιστίνιοι απαγωγείς του προσπάθησαν να τον πείσουν ότι ο πατέρας του είχε πεθάνει και ότι είδαν την κηδεία του στην ισραηλινή τηλεόραση. Οι ίδιοι άνδρες έτρωγαν μπροστά του ενώ εκείνος λιμοκτονούσε.
Ο νεαρός άνδρας υποβάλλόταν καθημερινά σε έως και 7 «συνεδρίες» βασανιστηρίων, που κρατούσαν περίπου 20 λεπτά η καθεμία. Αυτές περιλάμβαναν ξυλοδαρμό με ράβδους, μαστίγια και κάθε είδους εξευτελισμούς.
Η κακοποίηση ξεκινούσε από τα ξημερώματα, όταν οι απαγωγείς του έρχονταν στο δωμάτιο όπου κρατούντα, κουβαλώντας μαζί τους ραδιόφωνα που έπαιζαν δυνατά αραβική μουσική. «Αλάχου Ακμπάρ! Τι ωραία ημέρα! Τι ευτυχισμένη μέρα!», του έλεγαν και ξεκινούσαν να τον χτυπάνε με μαστίγια, ξύλα ή μεταλλικές ράβδους. Η δύναμη των χτυπημάτων ήταν τέτοια που μία από αυτές τις μεταλλικές ράβδους λύγισε κατά τη διάρκεια ενός άγριου ξυλοδαρμού.
Μερικές φορές, μεταξύ των χτυπημάτων, οι βασανιστές του απαιτούσαν από εκείνον να τους διασκεδάσει χορεύοντας. «Κάνε έναν χορό με τα χέρια σου, γέλα», του έλεγαν. «Εγώ δεν είχα δύναμη να το κάνω. Ήμουν εξαντλημένος. Πονούσαν όλα τα κόκαλά μου. Ο δεύτερος γύρος ξύλου ήταν πάντα αφόρητος», λέει στη συνέντευξή του ο 21χρονος.
«Καποια μέρα μου είπαν “Ξάπλωσε κάτω”. Ο ένας κάθισε πάνω στα γόνατά μου, ο άλλος πήρε το μαστίγιο και άρχισε να χτυπά τα πέλματά μου — το ένα χτύπημα μετά το άλλο, ίσως σαράντα συνεχόμενα. Μετά, όλο το πόδι μου ήταν πρησμένο, κόκκινο και μελανιασμένο. Τότε μου λένε “Σήκω και στάσου όρθιος”. Ήταν σαν να καιγόμουν ζωντανός από τον πόνο», προσθέτει.
Μια μέρα, ένας από τους απαγωγείς του τον πλησίασε χαμογελώντας και του είπε, «κοίτα τι σου έφερα». Ο άνδρας είχε φέρει μαζί του πέτρες, που τις έβαλε στα αφτιά του Μπρασλάβσκι σπρώχνοντάς τις με ένα καρφί. «Ούρλιαζα αλλά δεν τον ενδιέφερε, απλά τις έσπρωχνε βαθύτερα» θυμάται σήμερα ο νεαρός. Οι πέτρες έμειναν στα αφτιά του για εβδομάδες, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ακούσει τίποτα. Το ίδιο διάστημα του είχαν κλείσει και τα μάτια με ένα μαντήλι, με αποτέλεσμα να βιώνει έναν αδιανόητο εφιάλτη.
Η πίεση να ασπαστεί το Ισλάμ
Καθ’ όλη τη διάρκεια της αιχμαλωσίας του, ο Μπρασλάβσκι δεχόταν πιέσεις από τους απαγωγείς του να ασπαστεί το Ισλάμ, με την υπόσχεση ότι τα βασανιστήριά του θα σταματούσαν. «Άκου, αν ασπαστείς το Ισλάμ, θα σου φέρω άφθονο φαγητό, θα ζήσεις μαζί μας», του έλεγε ένας από τους δεσμοφύλακες, αλλά εκείνος απαντούσε ότι «γεννήθηκε εβραίος και θα πεθάνει εβραίος».
Οι απαγωγείς του 21χρονου τού υπόσχονταν ότι κανείς δεν θα τον άγγιζε αν «ασπαζόταν την αληθινή πίστη». Όταν εκείνος αρνήθηκε, τα βασανιστήρια έγιναν ακόμη πιο σκληρά. Το νερό του μειώθηκε σε μισό λίτρο την ημέρα, του επιτρεπόταν να πάει στην τουαλέτα μόνο τρεις φορές σε 24 ώρες, ενώ η ποσότητα του φαγητού του περιορίστηκε δραματικά. Ο ίδιος εκτιμά ότι κατά τη διάρκεια της ομηρίας του είχε φτάσει να ζυγίζει περίπου 53 κιλά.
Μιλώντας στον Ισραηλινό δημοσιογράφο, ο 21χρονος περιέγραψε επίσης πώς οι δεσμοφύλακές του πανηγύριζαν όταν έφθανε ανθρωπιστική βοήθεια στη Λωρίδα της Γάζας και πώς τον βασάνιζαν τρώγοντας μπροστά του. «Οι τζιχαντιστές ήταν ενθουσιασμένοι — η ανθρωπιστική βοήθεια είχε ανοίξει γι’ αυτούς, άρχισαν να τρώνε», είπε, περιγράφοντας τις τεράστιες ποσότητες από τσάι και κρέας που παραλάμβαναν, «αρκετές για να ανοίξουν εστιατόριο».
«Ήταν χαρούμενοι με το φαγητό τους — ο ένας αγόρασε σκηνή, ο άλλος πλαστικό για τη σκηνή του, κάποιος ύφασμα, άλλος παπούτσια. Η δική μου ζωή όμως δεν άλλαζε. Είτε υπήρχε βοήθεια είτε όχι, η ζωή μου έμενε η ίδια. Ζούσα στη βρομιά, χωρίς μπάνιο, χωρίς φαγητό».
Ο Μπρασλάβσκι θυμάται τη μυρωδιά από κρέας, καφέ και γλυκό τσάι να τον στοιχειώνει καθημερινά, και τονίζει πως ο λόγος που τον έκαναν να υποφέρει τόσο οι απαγωγείς του ήταν επειδή ήταν Εβραίος. «Με βασάνισαν για έναν λόγο: επειδή είμαι Εβραίος. Γι’ αυτό έπαθα ό,τι έπαθα. Όχι εξαιτίας του [Ιταμάρ] Μπεν Γκβιρ, ούτε του [Μπενιαμίν] Νετανιάχου. Με κακοποίησαν επειδή είμαι Εβραίος, αυτό είναι όλο», είπε.
Η αλήθεια πίσω από το προπαγανδιστικό βίντεο
Τον περασμένο Αύγουστο, η οργάνωση Ισλαμική Τζιχάντ δημοσίευσε ένα προπαγανδιστικό βίντεο που έδειχνε τον Ρομ Μπρασλάβσκι ανήμπορο να σταθεί και εμφανώς βασανισμένο· ένα βίντεο που, όπως λέει ο ίδιος, δεν έχει μπορέσει να παρακολουθήσει μέχρι σήμερα. «Μέχρι τώρα, σήμερα, δεν έχω δει αυτό το βίντεο. Δεν μπορώ. Κάθε φορά που εμφανίζεται στο Facebook, το προσπερνάω», είπε.
«Εκεί εξαναγκάστηκα να πω κατάφωρα ψέματα. Μετά από κάθε λήψη σταματούσαμε και (το άτομο με την κάμερα) με χτυπούσε με τη γροθιά του. Μου έλεγε: “Να είσαι πιο σοβαρός, κατηγόρησε τον Νετανιάχου, κατηγόρησε τον Μπίμπι, κατηγόρησε τον Μπεν Γκβιρ”». Όταν δεν συμπεριφερόταν όπως ήθελαν για την κάμερα, τον απειλούσαν με νέα βασανιστήρια. «Θες να σου ξαναβάλω τις πέτρες και το πανί στα μάτια;» τον ρωτούσαν, απαιτώντας να «κλάψει» μπροστά στην κάμερα.
Κάποια στιγμή, ο Μπρασλάβσκι, εξαντλημένος από τον πόνο, τους ικέτεψε να τον σκοτώσουν. «Όλο μου το σώμα πονούσε, και τους είπα: “Πάρτε το φαλάφελ που μου δίνετε την ημέρα, πάρτε το και αφήστε με να πεθάνω από την πείνα, απλώς αφήστε με ήσυχο. Σταματήστε να με χτυπάτε”».
Μια μέρα, η απόγνωσή του τον οδήγησε να αντιμετωπίσει έναν από τους δεσμοφύλακές του, λέγοντάς του ότι ο Θεός βλέπει τα βασανιστήρια και ότι η κακοποίησή του δεν θα μείνει ατιμώρητη. Αυτό προκάλεσε την οργή του άνδρα, ο οποίος απάντησε: «Θες να μου κάνεις μάθημα για τον Θεό; Η πίστη μου είναι δέκα φορές πιο δυνατή από τη δική σου». Στη συνέχεια, του έβαλε ξανά τις πέτρες στα αφτιά και το πανί στα μάτια και ξαναφόρεσε τις πέτρες και τον επίδεσμο και κάλεσε τον αδελφό του, Μοχάμεντ, για να συνεχιστεί ο ξυλοδαρμός.
Σήμερα, έχοντας επιζήσει από τη «συνάντηση με τον διάβολο», όπως τη χαρακτηρίζει, ο Μπρασλάβσκι θεωρεί καθήκον του να μιλήσει δημόσια για όσα υπέστη, «ώστε ο κόσμος να καταλάβει τι σημαίνει εφιάλτης».
Μετά από δύο χρόνια αιχμαλωσίας, δεν έχουν μείνει σημάδια μόνο στο σώμα του Μπρασλάβσκι αλλά και στην ψυχή του. Ακόμη και τώρα που είναι ελεύθερος, δυσκολεύεται να επανασυνδεθεί με τον κόσμο.
«Δεν μπορώ να πιστέψω ότι αυτό που ζω τώρα είναι πραγματικό», λέει χαρακτηριστικά.












