Μια παλιά φωτογραφία γκρέμισε ότι ήξερε για την οικογένειά της: Ναζί και έρωτας με τον Γκέμπελς
«Όλα κατέρρευσαν»

Από το NEWSROOM
Μια παλιά, ξεθωριασμένη φωτογραφία που έφτασε τυχαία στο email της ήταν αρκετή για να γκρεμίσει αυτό που η Κριστίν Κιουν νόμιζε ότι γνώριζε για την οικογένειά της.
Μετά από 25 χρόνια έρευνας σε αρχεία, βιβλία και κρατικά έγγραφα, τίποτα δεν την είχε προετοιμάσει για την εικόνα ενός νεαρού άνδρα του 1937, του θείου της Λέοπολντ, να ποζάρει την ημέρα του γάμου του, φορώντας με περηφάνια τη ναζιστική στολή με τη σβάστικα στο μπράτσο.
«Όλα κατέρρευσαν», θυμάται σήμερα η 62χρονη. «Ήταν σαν σε μια στιγμή να πέρασα από το χαρτί στη σάρκα. Από τη θεωρία στη φρίκη. Το να βλέπεις μέλος της οικογένειάς σου ντυμένο ναζί είναι κάτι που δεν ξεπερνιέται εύκολα».
Όμως η αηδία και η ντροπή δεν ήταν αρκετές για να την σταματήσουν. Αντί να κάνει πίσω, η Κιουν ένιωσε —ίσως για πρώτη φορά— ότι είχε χρέος να προχωρήσει ακόμη πιο βαθιά. Να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου που οι προηγούμενες γενιές επέμεναν να κρατούν σφραγισμένο.
Το βιβλίο που ξεσκεπάζει μια οικογένεια - φάντασμα του Γ’ Ράιχ
Το αποτέλεσμα της τρίτης δεκαετίας έρευνας είναι το βιβλίο Family of Spies (25 Νοεμβρίου), στο οποίο η Κιουν αφηγείται το συγκλονιστικό νήμα της οικογένειάς της: το ναζιστικό παρελθόν της, τον ρόλο του παππού της στην επίθεση στο Περλ Χάρμπορ και το πώς μια φαινομενικά «κανονική» γερμανική οικογένεια βρέθηκε να εργάζεται για δύο από τα πιο σκοτεινά καθεστώτα του 20ού αιώνα.
Στο επίκεντρο της ιστορίας δεσπόζει η θεία της, η γοητευτική και αινιγματική Ρουθ, μια γυναίκα που η Κιουν γνώρισε ως ηλικιωμένη σε οίκο ευγηρίας, χωρίς να υποψιάζεται ότι στα 19 της υπήρξε ερωμένη του Γιόζεφ Γκέμπελς. Η σχέση τους, κρυφή αλλά εκρηκτική, άλλαξε την πορεία όχι μόνο της οικογένειας, αλλά και της αμερικανικής ιστορίας.
«Έχεις μια καλή ζωή. Δεν θέλεις να τη χαλάσεις με το παρελθόν», της είχε πει ψυχρά η θεία το 1987. Τότε η Κιουν δεν κατάλαβε. Σήμερα ξέρει.

@wikipedia.org
Μια οικογένεια που βυθίστηκε στον ναζισμό χωρίς επιστροφή
Η μητέρα της Ρουθ, η Φρίντελ, παντρεύτηκε τον επιχειρηματία Ότο Κιουν το 1920. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’30, ο Ότο, η Φρίντελ και τα παιδιά τους είχαν μετατραπεί σε φανατικούς υποστηρικτές του Χίτλερ. Ο Λέοπολντ, ο γιος, εντάχθηκε στα Τάγματα Εφόδου, ενώ η Ρουθ μπήκε στη Χιτλερική Νεολαία.
Μέσα από τους κοινωνικούς κύκλους του καθεστώτος, η 19χρονη Ρουθ έφτασε τελικά στη δεξίωση όπου την πρόσεξε ο Γκέμπελς. Η σχέση τους κράτησε μήνες και διαλύθηκε απότομα όταν ο υπουργός ανακάλυψε πως ο βιολογικός πατέρας της ήταν Εβραίος, μια αποκάλυψη που κάτω από την ομίχλη των επερχόμενων Νόμων της Νυρεμβέργης ισοδυναμούσε με καταδίκη.
Λίγο μετά, η οικογένεια εξαφανίστηκε από το Βερολίνο. Προορισμός: Χαβάη. Αποστολή: συνεργασία με την ιαπωνική κατασκοπεία.
Η σκοτεινή διαδρομή προς το Περλ Χάρμπορ
Επί τρία χρόνια (1936–1939), ο Ότο λάμβανε χρήματα από τους ναζί — σε σημερινή αξία, πάνω από 1 εκατ. δολάρια — για να συλλέγει και να μεταφέρει πληροφορίες στους Ιάπωνες.
Η οικογένεια ζούσε με τρόπο που προκάλεσε αμέσως υποψίες του FBI: υπερπολυτελή πάρτι, ύποπτες επαφές, απότομη κοινωνική ανέλιξη. Η Φρίντελ και η Ρουθ διατηρούσαν κομμωτήριο όπου συνέλεγαν πληροφορίες από συζύγους αξιωματικών. Ο Ότο εγκατέστησε ακόμη και μυστικό παρατηρητήριο στο σπίτι του.
Στις 7 Δεκεμβρίου 1941, το σχέδιο ολοκληρώθηκε.
Περλ Χάρμπορ.
2.400 νεκροί.
Οι ΗΠΑ μπαίνουν στον πόλεμο.
Η Κιουν γράφει:
«Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι η γλυκιά θεία μου ίσως έδινε σήματα σε ιαπωνικά αεροπλάνα από το σπίτι που μεγάλωσε ο πατέρας μου. Ότι ο παππούς μου έβαζε την πατρίδα μου στο στόχαστρο».
Κι όμως, τα έγγραφα ήταν αδιαμφισβήτητα.
Δίκες, φυλακίσεις, εξορίες — και μια οικογενειακή κατάρρευση
Ο Ότο ήταν ο μόνος που δικάστηκε για συνέργεια στην επίθεση. Οι δύο μικρότεροι γιοι του —ο πατέρας της Κιουν, τότε 15 ετών, και ο 9χρονος Χανς— αναγκάστηκαν να καταθέσουν εναντίον του. Καταδικάστηκε αρχικά σε θάνατο, αλλά η ποινή ακυρώθηκε για διαδικαστικούς λόγους. Αργότερα έζησε ελεύθερος, εξόριστος, μέχρι τον θάνατό του στην Αργεντινή το 1955.
Η Ρουθ, η Φρίντελ και ο μικρός Χανς στάλθηκαν σε στρατόπεδο κράτησης και έπειτα απελάθηκαν. Η Ρουθ ωστόσο κατάφερε —με άγνωστο τρόπο— να επιστρέψει στις ΗΠΑ το 1949 και έζησε ως μια αξιοσέβαστη κυρία της Νέας Υόρκης μέχρι τα 95 της.
Ο Χανς αυτοκτόνησε. Ο Λέοπολντ σκοτώθηκε πολεμώντας για το Γ’ Ράιχ. Η Φρίντελ πέθανε χωρίς να δει ξανά τον γιο της.
«Δεν ξέρω αν νιώθω συμπόνια», λέει η Κιουν. «Βλέπω απλώς πόσο γρήγορα μια συνηθισμένη οικογένεια μπορεί να χαθεί μέσα στον φανατισμό».
Η Κιουν συνεχίζει για έναν λόγο: Να μην ξανασυμβεί
Η συγγραφή του βιβλίου, λέει, ήταν συχνά αβάσταχτη. «Πολλές φορές σταμάτησα. Αλλά μετά σκεφτόμουν τον πατέρα μου, που υποχρεώθηκε να καταθέσει εναντίον του δικού του πατέρα».
Το βιβλίο ήδη σοκάρει αναγνώστες που δεν γνώριζαν πως «οι ναζί είχαν εκλεγεί δημοκρατικά» ή πως «ο φανατισμός μπορεί να ριζώσει σε μια οικογένεια μέσα σε μία μόνο μέρα».
Όσο για το τι θα ρωτούσε σήμερα τη θεία Ρουθ, αν μπορούσε; «Το γιατί», λέει. «Μόνο αυτό. Το γιατί όλοι αυτοί οι άνθρωποι έκαναν τις επιλογές που έκαναν».












