Διάβασμα χωρίς καβγάδες: Πώς να μελετάτε με τα παιδιά χωρίς συγκρούσεις
Ένας «οδηγός για γονείς» με εγγυημένα πετυχημένους κανόνες από παιδοψυχολόγους

Γράφει η ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΔΟΥ
Όταν τα παιδιά ξεκινούν το σχολείο, το διάβασμα δεν είναι πια μόνο μια ευχάριστη δραστηριότητα πριν τον ύπνο, αλλά μετατρέπεται σε καθημερινή υποχρέωση με μαθήματα, εργασίες και ασκήσεις. Εκεί συχνά δημιουργούνται συγκρούσεις με τους γονείς, που θέλουν να τα καθοδηγήσουν αλλά καταλήγουν να πιέζουν. Η λύση βρίσκεται στο να μετατρέψουμε τη μελέτη σε μια συνεργατική εμπειρία και όχι σε πεδίο μάχης.
Πρώτα απ’ όλα, είναι σημαντικό το διάβασμα να γίνεται «μαζί» και όχι «πάνω» από το παιδί. Αντί ο γονιός να πάρει τον ρόλο του αυστηρού ελεγκτή, μπορεί να προσφερθεί ως βοηθός. Ένα απλό «Θες να κάνουμε μαζί την πρώτη άσκηση και μετά να συνεχίσεις μόνος σου;» δίνει στο παιδί την αίσθηση στήριξης αλλά και αυτονομίας. Παράλληλα, η ύπαρξη σταθερής ρουτίνας κάνει θαύματα. Αν η μελέτη μπαίνει την ίδια ώρα κάθε μέρα, π.χ. μετά το φαγητό και λίγο παιχνίδι, γίνεται συνήθεια και μειώνονται οι αντιδράσεις.
Εξίσου σημαντικό είναι να αποφεύγουμε τη μονοτονία. Τα παιδιά κουράζονται εύκολα, οπότε η μελέτη σε μικρά διαστήματα των 15–20 λεπτών με σύντομα διαλείμματα είναι πιο αποδοτική και λιγότερο κουραστική. Ο χώρος επίσης παίζει ρόλο: μια ήσυχη γωνιά χωρίς τηλεόραση ή κινητά, με καλό φωτισμό και ένα μικρό γραφείο, βοηθά το παιδί να μπαίνει στη «διάθεση διαβάσματος».
Στην επικοινωνία, η ενθάρρυνση πρέπει να αντικαθιστά την κριτική. Αντί για το αποθαρρυντικό «Πάλι λάθος το ’κανες», είναι πιο αποτελεσματικό το «Μπράβο, αυτό το έλυσες σωστά, ας δούμε μαζί το δύσκολο σημείο». Έτσι το παιδί νιώθει ασφαλές να προσπαθήσει ξανά. Ένα ακόμη κόλπο είναι να ζητήσεις από το παιδί να σε «διδάξει» το μάθημα. Η διαδικασία αυτή το βοηθά να κατανοήσει καλύτερα το περιεχόμενο, ενώ ταυτόχρονα δεν αισθάνεται ότι κρίνεται, αλλά ότι μοιράζεται γνώση.
Η σύνδεση των μαθημάτων με την καθημερινότητα είναι επίσης καθοριστική. Μαθηματικά μπορεί να σημαίνουν υπολογισμούς στο σούπερ μάρκετ, ενώ μια άσκηση γλώσσας μπορεί να μετατραπεί σε ιστορία που το παιδί θα φτιάξει μόνο του. Με αυτόν τον τρόπο η μάθηση αποκτά πρακτική αξία και μοιάζει περισσότερο με παιχνίδι παρά με αγγαρεία.
Αν, παρ’ όλα αυτά, οι συγκρούσεις συνεχίζονται, είναι χρήσιμο να υπάρχει επικοινωνία με τον/την δάσκαλο/α. Συχνά οι εκπαιδευτικοί δίνουν χρήσιμες κατευθύνσεις για το πώς μπορούν οι γονείς να υποστηρίξουν τη μελέτη χωρίς να γίνονται πιεστικοί. Μια καλή πρακτική είναι και η παροχή επιλογών: «Θέλεις πρώτα να κάνουμε γλώσσα ή μαθηματικά;» Ακόμη και αυτή η μικρή αίσθηση ελέγχου κάνει το παιδί πιο πρόθυμο να συνεργαστεί.
Το πιο κρίσιμο όμως είναι να μην αφήνουμε το διάβασμα να ταυτιστεί με αρνητικά συναισθήματα. Αν η μελέτη συνδέεται καθημερινά με φωνές και τσακωμούς, το παιδί θα τη δει ως απειλή και όχι ως εργαλείο. Η ηρεμία, η υπομονή και η θετική διάθεση είναι το κλειδί ώστε η διαδικασία να γίνει μια όμορφη εμπειρία που ενισχύει και τη μάθηση και τον δεσμό γονιού–παιδιού.